Πέμπτη 5 Φεβρουαρίου 2009
Χτυποκάρδια στο κρανίο…
Της ΕΛΕΝΑΣ ΑΚΡΙΤΑ .
ΚΙ ΗΡΘΑΝ οι μέρες κι οι καιροί κι οι χρόνοι οι πικραμένοι που τα παιδιά παίρνουν βαθμολογίες στο σχολείο. Εξ ου και μαζευτήκαμε όλοι οι καρμίρηδες γονείς να παραλάβουμε τον «Έλεγχο προόδου» των βλασταριών μας. (Τόσο το «έλεγχος» όσο και το «πρόοδος» έννοιες κατ΄ ευφημισμόν: Κανένας δεν ελέγχει και καμία πρόοδος δεν προκύπτει απ΄ τα συμφραζόμενα).
Σε μας, τους ελέγχους τους έδιναν στη Γραμματεία, στον πρώτο όροφο. Οι ουρές των…
ψυχοπαθών κηδεμόνων πέρναγαν τα όρια του Λεκανοπεδίου Αθηνών και φτάνανε στην πινακίδα «Καλώς ήλθατε στον Νομό Φθιώτιδας».
Μιλάμε για την απόλυτη παράνοια. Οι μισοί κοιτάζανε με στραβό μάτι τους άλλους μισούς μπας και τους φάνε τη θέση. Όλοι με το ίδιο σκοτεινό βλέμμα, όλοι με το σιχτίρι στην άκρη της γλώσσας. Κι όλοι στην ουρά την ατελείωτη.
Να κοιτάμε με απόγνωση τους μπροστινούς («ε, ρε τι με περιμένει ακόμα!») και με ηδονή τους πισινούς («υπάρχουν και χειρότερα!»)
Κι αυτό το απίστευτα ηλίθιο που κάνουμε στις ουρές: Πάμε και κολλάμε στον μπροστινό μας.
Λες κι αν του πιάσουμε τα οπίσθια, θα προχωρήσουμε πιο γρήγορα. Λες κι αν κάτσουμε ένα σκαλί παρακάτω- να αναπνέουμε, ρε αδελφέ- θα φτάσουμε πιο αργά στην Ιθάκη. Η Ιθάκη σ΄ έδωκεν το ωραίο ταξίδι, μαλάκα, κάτσε τώρα να απολαύσεις τη θέα την αξέχαστη: δεκάδες οπίσθια μπροστά σου!!!
ΟΙ ΔΕ ΜΑΜΑΔΕΣ όλες, ένα μάτσο βιόλες! Φουλ στην ίωση. Ρωτούσες κάτι την μπροστινή σου, γύρναγε να σου απαντήσει κι έβηχε μες στη μούρη σου. Σε ρωτούσε η από πίσω, φτερνιζόσουνα μες στη δική της. Αυτή δεν ήταν ίωση, αυτή ήταν η αλυσίδα αγάπης!
Ζήσαμε αξέχαστες σκηνές. Οι σκάλες τίγκα στις τρελές… Μια σιωπή, μια μούγκα και μια στρούγκα. Πού και πού, έτσι για να σπάσει η μαυρίλα, άκουγες και μια συναχωμένη μύτη να επιτίθεται στο χαρτομάντιλο. Μόνο ο εισπράκτορας από τα χρόνια τα παλιά έλειπε: «οι μπροστινοί προχωρήστε στον διάδρομο παρακαλώ».
Κι ήταν και οι τυχεροί. Αυτοί που μόλις είχαν πάρει τον έλεγχο (προόδου πάντα) και έβγαιναν από τη Γραμματεία. Εμείς αυτούς τους κοιτάζαμε με μίσος. Αυτοί πάλι κοιτάζανε με μίσος τον έλεγχο. Ήταν και κάτι κακομοίρες που για να μπορέσουν να τον διαβάσουν τον βάζανε κάτω κάτω. Τεντώνανε το χέρι του Καραγκιόζη και πάλι
Φωτογραφία
άκρη δε βγάζανε. Βάλε κυρά μου το γυαλί το πρεσβυωπικό, ποιος θα σε παρεξηγήσει; Εδώ μέσα όλοι κοιτάμε την καντίφλα μας, αν τα πέρασες εσύ τα 45… πες το στη φοράδα στο Γενή τζαμί! ΕΙΧΕ ΚΑΙ ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ το μενού. Αυτούς τους κοστουμάτους με την τσάντα και το υφάκι «τι κάνω εγώ εδώ, αλλού ξεκίνησα γι΄ αλλού κι αλλού η ζωή με πάει». Ένας είχε πάρει το παιδί του στο κινητό σε πλήρη υστερία. Είχε πάρει τώρα αυτό ένα 12άρι Φυσική. Ποιος είδε τον μπαμπά και δεν τον εφοβήθη.
Να ωρύεται «εγώ φταίω που πληρώνω 35 ευρώ την ώρα το ιδιαίτερο για να μου φέρνεις 12άρια, που κ@@@βαράς, που κάνεις, που φτιάνεις, που ράνεις! Αλλά δε φταις εσύ, η μάνα σου που σε κακομαθαίνει κι εγώ το κορόιδο που πληρώνω»! Πολύ παιδαγωγικά πράγματα, μπράβο βρε! Καθόμασταν όλοι μαζί και τον χαζεύαμε… έτσι σαν ταινία στο σινεμά… Περνούσε και η ώρα ευχάριστα!
Μια άλλη μικρή είχε έρθει με τη μαμά της μαζί. Αυτή την κόψαμε από την αρχή για φυτό τελειωμένο. Μόλις πήρε τον έλεγχο έπαθε την απόλυτη υστερία. Έγινε μελιτζανιά, άρχισε να χοροπηδάει πανευτυχής και να τσιρίζει. Έβγαζε έναν ήχο ακαθόριστο. Κάτι σαν «ιιιιιιαααααχχχχ, ιιιιιιααααααχχχχ!». Προφανώς οι βαθμοί του φυτού ήταν τζάμι. Πρώτον, διότι κάτι πήρε το αυτί μας για 19άρια και δεύτερον, γιατί η μαμά της χοροπηδούσε επίσης. Να μην αναφέρω τα δολοφονικά βλέμματα που εισέπραξαν μάνα και κόρη από τους άλλους γονείς που βλέπανε τα 10άρια και τα 12άρια στον έλεγχο. Αν το βλέμμα σκότωνε, η συγκεκριμένη οικογένεια θα είχε εξολοθρευτεί επί τόπου.
ΣΤΟ ΜΕΤΑΞΥ, πες με τρελή (που είμαι!) αλλά παρατήρησα πως όποιος έβγαινε από τη Γραμματεία σαν να πάθαινε και μια υποτροπή στην ίωση. Κουτσά στραβά έμπαινε, ερείπια έβγαινε… Κάτι οι βαθμοί, κάτι η ζέστη, κάτι τα λόγια του παπά… σαν να βήχανε πιο πολύ, πιο δυνατά, πιο εκδικητικά προς τον συνάνθρωπο. Υποβαστάζονταν κι απ΄ τα χερούλια, τοίχο τοίχο και γωνιά γωνιά σέρνονταν όλοι. Να μπει τώρα γονιός στο αμάξι του και να απορείς εσύ γιατί θα το στουκάρει στον πρώτο στύλο στην Κατεχάκη και θα πάρει και τον νταλικιέρη στον λαιμό του.
ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ, πήραμε ό,τι πήραμε, κατεβήκαμε τη σκάλα των δακρύων, ρίξαμε ένα αφ΄ υψηλού βλέμμα στους κακορίζικους που ήταν στο ανέβασμα και φύγαμε. Άλλοι χαρούμενοι. Άλλοι στα μαύρα τάρταρα. Άλλοι ίσα βάρκα ίσα νερά. Άλλοι στα λεφτά τους συν το κέρδος της μπάνκας.
Κι όλοι μα όλοι ανεξαιρέτως στο ίδιο τριπάκι. Ότι και καλά αυτοί οι βαθμοί θα καθορίσουν το μέλλον του παιδιού μας. Αυτή η επίδοση θα προδιαγράψει τη ζωή του. Και κολλάμε εκεί. Και ξεχνάμε τα δικά μας. Ξεχνάμε τους δικούς μας συμμαθητές. Τους πρώτους, τους αριστούχους. Που δεν διαπρέψανε πια και όλοι στη ζωή τους. Αντίθετα, κάτι άλλοι που δεν τους έπιανε το μάτι μας μια χαρά προκόψανε.
Και δεν καταλαβαίνω, η ξανθιά μάνα: Ο στόχος είναι να μεγαλώσουμε παιδιά ψυχικά υγιή ή κουρέλια με 20άρια; Να ξέρω δηλαδή να κανονίσω κι εγώ την πορεία μου!
Για τα χάλια της παιδείας μπορεί να φταίνε οι εκάστοτε ιθύνοντες. Για τα χάλια των παιδιών μας όμως φταίμε κι εμείς. Εμείς οι αγχωμένοι βλοσυροί γονείς που διδάσκουμε στο παιδί μας τον ανταγωνισμό! Ο θάνατός σου ζωή μου!
Διδάσκουμε στο παιδί μας αυτό που κάνουμε εμείς: Να σπρώχνει στη σκάλα για να ανέβει μια ώρα αρχύτερα!
Από τα ΝΕΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου